Κιμμερίου

Κιμμερίου
Κιμμέριος
the Crimea
masc/neut gen sg
Κιμμερικός
the Crimea
masc/neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • BOSPHORUS — I. BOSPHORUS sive potius Bosporus, cum Graece Βόςπορος dicitur, ἀπὸ τȏυ βοὸς καὶ πόρου nomen arcessit, quod vel bos traicere possit natandô. Testis interpres Apollonii, Βόςπορος inquit, ὀνομάζεται διὰ τὸ δοκεῖν τὴν Ἰὼ βοῦν οὖσαν διαπορέυεςθαι τὸ… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • εύμηλος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Άδμητου και της Άλκηστης. Πήρε μέρος στην Τρωική εκστρατεία επικεφαλής έντεκα θεσσαλικών πλοίων. Φημιζόταν για τα άλογά του, που, σύμφωνα με τον μύθο, τα είχε βοσκήσει ο ίδιος ο Απόλλων, όταν υπηρετούσε… …   Dictionary of Greek

  • θεοδοσία — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Θ. η μάρτυς. Καταγόταν από την Τύρο της Φοινίκης. Μαρτύρησε σε ηλικία 18 χρόνων στην Καισάρεια της Παλαιστίνης, αφού την έριξαν στη θάλασσα. Η μνήμη της τιμάται στις 29 Μαΐου. 2. Θ. η μάρτυς. Ήταν… …   Dictionary of Greek

  • Άσανδρος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Μακεδόνας στρατηγός (4ος αι. π.Χ.). Ήταν γιος του Φιλώτα και αδελφός του στρατηγού του Μεγάλου Αλεξάνδρου Παρμενίωνα, που διορίστηκε το 334 π.Χ. σατράπης της Λυδίας. Το 331 π.Χ. αντικαταστάθηκε από τον Μένανδρο,… …   Dictionary of Greek

  • Ερμώνασσα — Oνομασία δύο αρχαίων πόλεων. 1. Πόλη των ανατολικών ακτών του Κιμμερίου Βοσπόρου, στην ευρωπαϊκή Σαρματία, ίσως ιωνική αποικία των Μιλησίων. 2. Παράλια μικρή πόλη του Πόντου στα Ν της Τραπεζούντας. Αργότερα ονομάστηκε Άκανθος …   Dictionary of Greek

  • Ηνίοχοι — Αρχαίος σαρματικός λαός που κατοικούσε στη βόρεια παραλία του Ευξείνου, στην Ηνιοχία. Σύμφωνα με την παράδοση, κατάγονταν από τους Αργοναύτες αδελφούς Κρέκα και Αμφίστρατο, ηνίοχους των Διοσκούρων, που έμειναν στην Κολχίδα και ζούσαν από την… …   Dictionary of Greek

  • Κριμαία — (διεθν. Crimea, ουκραν. Crym). Χερσόνησος στη Μαύρη θάλασσα και αυτόνομη δημοκρατία (26.100 τ. χλμ., 2.033.700 κάτ. το 2001) της Ουκρανίας. Πρωτεύουσά της είναι η Συμφερούπολη (Simferopol, 343.000 κάτ. το 2001). Η Κ. ενώνεται προς Β με την ξηρά… …   Dictionary of Greek

  • Λεύκων — Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας. 1. Αθηναίος κωμωδιογράφος (5oς αι. π.Χ.). Ήταν γιος του Άγνωνα. Μεταξύ των έργων του περιλαμβανόταν Ο όνος ασκοφόρος, Οι Φράτερες και Οι πρέσβεις, το οποίο βραβεύτηκε το 422 π.Χ. στα Λήναια, παίρνοντας… …   Dictionary of Greek

  • Παντικάπαιον — Λέγεται και Παντικάπη. Πόλη της Σκυθίας στον Κιμμέριο Βόσπορο, κοντά στον ποταμό Παντικάπη. Υπήρξε αποικία των Μιλησίων, που την είχαν ιδρύσει το 540 π.Χ. Το μέρος εκείνο ήταν πολύ εύφορο και η πόλη γνώρισε μεγάλη ακμή με το εμπόριο των σιτηρών.… …   Dictionary of Greek

  • Παρισάδης — Βασιλιάς του Κιμμερίου Βοσπόρου (344 310 π.Χ.). Αναφέρεται και ως Παιρισάδης ή Παρουσιάδης. Διατήρησε φιλικές σχέσεις με τους Αθηναίους, αλλά πολλές φορές, στη διάρκεια της βασιλείας του, υποχρεώθηκε να πολεμήσει εναντίον των Σκυθών. Άσκησε την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”